ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, ΤΑ ΤEΛEΥΤΑΙΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ – EΠΙΣΚEΨΗ ΣΤΟΝ ΣΤΕΛΙΟ ΑΛEΞΙΟΥ

Η άνοιξη εκείνη του 1974 τέλειωνε, χωρίς καμιάν αλλαγή περνούσε στο καλοκαίρι. Ο Μαραμπού έφτασε στις 3 μ.μ. (Ιούνιος;) χωρίς καθυστέρηση, έδεσε το “AQUARIUS” στη θέση του μπροστά στο Λιμεναρχείο. Δεν υπήρχαν πολλοί να τον υποδεχθούν αυτή τη φορά, είχα επικοινωνήσει πριν μιαν ώρα με το μουσείο και τον Διευθυντή του Στέλιο Αλεξίου, που είχε με μεγάλη χαρά ανταποκριθεί στην πρόταση μου να δεχθεί τον Μαραμπού.

Και μετά από την συνήθη επίσκεψη στο καπηλιό της Μαρίας, στην αρχή της οδού 25ης Αυγούστου, λίγη ρακή και μισή μαρίδα, στην είσοδο με τα πολύ ψηλά κάγκελα του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου. Ήταν ανοικτά, και περάσαμε χωρίς κανέναν έλεγχο την μεγάλη μαρμάρινη πλακόστρωση του υποστέγου και τον κήπο, πριν κτυπήσουμε το κουδούνι, της κατοικίας του Εφόρου στην πόρτα του ανωγείου.

Ο εκάστοτε Δ/ντης έμενε μέσα στον καλά φυλασσόμενο χώρο του Μουσείου, ήταν παράδοση μιας παλιάς εποχής, που ελάχιστοι υπάλληλοι είχαν σχέση με τις αρχαιότητες και ο τουρισμός περιοριζόταν σε λίγους «περιηγητές» διανοούμενους, συγγραφείς ή ενδιαφερόμενους μεγάλων εισοδημάτων. Η σχεδίαση προπολεμικά από τον εξαιρετικά ταλαντούχο αρχιτέκτονα Π. Καραντινό, είχε δημιουργήσει μια καθόλου άσχημη (αν και περιορισμένου χώρου) κατοικία, που στηριζόταν σε κολώνες, σαν «πιλοτή» – θα λέγαμε σήμερα- έναν ανεξάρτητο, ήσυχο ανώγειο χώρο.

Μας υποδέχθηκε ο Στέλιος Αλεξίου, με υποδειγματική ευγένεια και συγκρατημένη χαρούμενη διάθεση. Δεν ήταν κανένας άλλος εκεί – η σύζυγος Μάρθα Αποσκίτη έλειπε. Οι δυο άνδρες γρήγορα βρήκαν τρόπο επικοινωνίας, είχαν 10 χρόνια διαφορά που δεν έβλεπα να τους χωρίζουν, σε λίγο μιλούσαν χαμηλόφωνα σαν παμπάλαιοι φίλοι. Η πρώτη προσέγγιση έγινε μόλις αντάλλαξαν την χειραψία γνωριμίας, αμέσως ο Καββαδίας απάγγειλε δυο τετράστιχα του Λευτέρη Αλεξίου, πατέρα του αρχαιολόγου. Ίσως να είχε προετοιμασθεί, είπα προχθές στον εκλεκτό φιλόλογο και αρχαιολόγο, μα δεν συμφώνησε.

Κι εγώ του απάγγειλα στίχους του, τους θυμόμουν από το 1933, όταν δεν ήμουν ούτε 12 χρόνων – μόλις είχα διαβάσει το βιβλίο του, που είχε φέρει στην Κρήτη ο Βάσος Δασκαλάκης(*) και με είχε εντυπωσιάσει. Ήταν από το ποίημα «ΓΡΑΜΜΑ ΕΝΟΣ ΑΡΡΩΣΤΟΥ», «Μάθε, ο γιατρός πως είπε στη μητέρα μου/’οτι σε λίγες μέρες θα πεθάνω…»

Όσο συζητούσαν πρόσεχα περισσότερο το χώρο – επαγγελματική διαστροφή- ήταν σχεδόν ενιαίος , μάλλον χωρίς περιττά εμπόδια, η επίπλωση στοιχειώδης και τα βιβλία κάλυπταν κάθε επιφάνεια στους τοίχους που προσφερόταν για ράφια. Μ άρεσε αυτό, όσο κι αν δεν ταιριάζει με την τυποποιημένη ζωή των σύγχρονων ανθρώπων, που έχουν ανάγκη ανέσεων και «κομφόρ» και δεν ενθουσιάζονται με χαρτιά και έντυπα και βιβλία. Μα η ώρα περνούσε παρακολουθώντας όσο μπορούσα τις κουβέντες των διακεκριμένων συνομιλητών – ένοιωθα να απομακρύνονται σε δρόμους που ενώ δεν μου ήταν τελείως άγνωστοι, δεν καταλάβαινα καλά.

Χωρίς να με απομονώνουν οι ίδιοι, οι υποδειγματικής συμπεριφοράς “φίλοι” μου, ήμουν παρείσακτος από τις συνθήκες (το πλαίσιο) που δημιουργούσε η επαφή πνευματικών ανθρώπων που ξεπερνούσαν πολύ το κοινό μέτρο. Η ανάγκη και των δυο, που ήταν απομονωμένοι (ο ένας στην βαθιά επαρχία, ο άλλος στο πολυτελές κρουαζιερόπλοιο) για ανταλλαγή απόψεων και κουβέντα σε υψηλό επίπεδο, ήταν παραπάνω από φανερή, συλλογιζόμουν τότε όταν παρατηρούσα τις δυο φιγούρες, τις τελείως ανόμοιες, αταίριαστες ,που έδειχναν συγκεντρωμένες και απόλυτα αποκομμένες από τον κόσμο τούτο.

Ο Μαραμπού ήξερε τον Λευτέρη Αλεξίου μα και όλους τους διάσημους συγγενείς του Στέλιου και βέβαια σχεδόν όλον τον καλλιτεχνικό κόσμο που είχε γνωρίσει στο Ηράκλειο ο Έφορος (τότε) αρχαιοτήτων Κρήτης.
…
Τα επόμενα χρόνια ο γνωστός αρχαιολόγος που είχε ασχοληθεί με επιτυχία και με φιλολογικές μελέτες, θα αλλάξει επαγγελματική κατεύθυση, με την ανάληψη διδακτικών καθηκόντων στο Πανεπιστήμιο Κρήτης , θα στραφεί οριστικά (απομακρυνόμενος από την αρχαιολογία) στην φιλολογική έρευνα και θα πραγματοποιήσει μνημειακές εκδόσεις.
Ο Μαραμπού, που έλεγε τότε ότι ετοίμαζε ένα μεγάλο πεζογράφημα, θα αφήσει ανέκδοτα ποιήματα που μετά το θάνατό του θα δουν το φως της δημοσιότητας, στη συλλογή με τίτλο “Τραβέρσο”.

(*)= Βάσος Δασκαλάκης, γνωστός από τις μεταφράσεις του Χάμσουν, συζυγος για λίγο της ΄Ελλης Αλεξίου

Συντάκτης: Βασίλης, 30 Δεκεμβρίου 2010

Leave a comment

Filed under Uncategorized

Leave a comment